Τετάρτη 9 Μαρτίου 2011

Σωκράτης



Ο Σωκράτης
Ο Σωκράτης (470 π.Χ. ή 469 π.Χ. - 399 π.Χ.)[1] ήταν Έλληνας Αθηναίος φιλόσοφος και μία από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες του Ελληνικού και παγκόσμιου πολιτισμού.
Ήταν γιος του Σωφρονίσκου και της Φαιναρέτης. Παντρεύτηκε σε μεγάλη ηλικία την Ξανθίππη. Ο Σωκράτης είχε έναν πολυάριθμο κύκλο πιστών φίλων, κυρίως νέων από αριστοκρατικές οικογένειες, απ' όλη την Ελλάδα. Ορισμένοι από αυτούς έγιναν γνωστοί ως ιδρυτές φιλοσοφικών σχολών διαφόρων κατευθύνσεων. Οι γνωστότεροι ήταν ο Πλάτωνας και ο Αντισθένης στην Αθήνα, ο Ευκλείδης στα Μέγαρα και ο Φαίδωνας στην Ηλεία.
Οι πληροφορίες για τη ζωή του Σωκράτη είναι ποικίλες και ο μελετητής του Αρχαιοελληνικού κόσμου μπορεί να βγάλει ενδιαφέροντα συμπεράσματα. Διάφοροι αξιόλογοι συγγραφείς ασχολήθηκαν μαζί του, και ο καθένας πρόσθεσε νέες πτυχές από την ζωή του. Έτσι, ο Πορφύριος μας πληροφορεί ότι ο Σωκράτης ασχολήθηκε αρχικά με το επάγγελμα του πατέρα του, ο οποίος ήταν λιθοξόος.
Στα 17 του χρόνια γνώρισε το φιλόσοφο Αρχέλαο, που του μετέδωσε το πάθος για τη φιλοσοφία και τον έπεισε να αφιερωθεί σ' αυτήν. Μία πιο βαθιά ψυχολογική πλευρά του φανερώνει ο Πλάτωνας, που στην Απολογία του παρουσιάζει τον Σωκράτη να θεωρεί τη φιλοσοφική ενασχόληση ως θεία εντολή. Εδώ ο Σωκράτης μπορεί να χαρακτηριστεί ως Θεόπνευστος, καθώς αναφέρει το ισχυρό του ένστικτο, ως μία εσωτερική παρόρμηση, να του υπαγορεύει ποιές πράξεις και ενασχολήσεις πρέπει να ακολουθήσει. Συχνά μάλιστα δήλωνε ότι άκουγε μέσα του μία φωνή που τον εμπόδιζε να πράττει ότι δεν ήταν σωστό, την οποία φωνή ονόμαζε «δαιμόνιο».
Στις φιλοσοφικές του έρευνες τον παρακολουθούσαν πολλοί, ιδιαίτερα νέοι, που ένιωθαν ευχαρίστηση ακούγοντας τον να μιλάει και να συζητάει για θέματα κοινωνικά, πολιτικά, ηθικά και θρησκευτικά. Έτσι σχηματίστηκε γύρω του ένας όμιλος, που δεν αποτελούσε όμως σχολή, γιατί ο Σωκράτης δεν δίδαξε συστηματικά, αλλά διαλεγόταν σε κάθε σημείο της πόλης, με ανθρώπους κάθε κοινωνικής τάξης και σε αντίθεση με τους σοφιστές δεν έπαιρνε χρήματα από τους μαθητές του.
Το 406 π.Χ. στην δίκη των 10 Αθηναίων στρατηγών, ο Σωκράτης, ως πρύτανης της Βουλής, αρνήθηκε να θέσει σε ψηφοφορία μία παράνομη πρόταση - να μη γίνει δίκη και να εκδοθεί μία μαζική απόφαση (με μία ψήφο για όλους μαζί) για τους στρατηγούς που είχαν κατηγορηθεί ότι δεν περισυνέλεξαν τους ναυαγούς κατά την ναυμαχία στις Αργινούσες, κάτι απαράδεκτο νομικά στην αθηναϊκή δημοκρατία. Το 404 π.Χ. με τόλμη εναντιώθηκε στους Τριάκοντα τυράννους, όταν αρνήθηκε να συλλάβει έναν δημοκρατικό πολίτη, τον Λέοντα τον Σαλαμίνιο.
ὁ δὲ ἀνεξέταστος βίος οὐ βιωτὸς ἀνθρώπῳ
Η ζωή που δεν εξετάζεται δεν αρμόζει σε άνθρωπο

—Απολογία Σωκράτους
Το 399 π.Χ. διατυπώθηκε εναντίον του κατηγορία για ασέβεια προς τους θεούς και για διαφθορά των νέων. Ο φιλόσοφος καταδικάστηκε, με βάση την κατηγορία, σε θάνατο. Ως σκοπιμότητα της κατηγορίας θεωρήθηκε η διδασκαλία του, η οποία επιδρούσε στους νέους, και με τον φιλελευθερισμό που τον διέκρινε, θεωρήθηκε ανατρεπτικός. Ουσιαστικό κίνητρο, όμως, υπήρξε η αντιζηλία του με σημαντικούς άνδρες της εποχής.
Στη διάρκεια της δίκης ο Σωκράτης έδειξε θάρρος, ενώ η αναγγελία της ποινής δεν κατάφερε να τον βγάλει από τη θεϊκή του αταραξία. Μετά την καταδίκη του παρέμεινε στο δεσμωτήριο 30 μέρες, γιατί ο νόμος απαγόρευε την εκτέλεση της θανατικής ποινής πριν από την επιστροφή του ιερού πλοίου από τις γιορτές της Δήλου. Από τον διάλογο του Πλάτωνα Κρίτων μαθαίνουμε ότι ο Σωκράτης θα μπορούσε να σωθεί, αν ήθελε, αφού οι φίλοι του είχαν την δυνατότητα να τον βοηθήσουν να αποδράσει. Ο Σωκράτης αρνήθηκε και, ως νομοταγής πολίτης και αληθινός φιλόσοφος, περίμενε τον θάνατο ειρηνικά και γαλήνια, και ήπιε το κώνειο, όπως πρόσταζε ο νόμος.

Αρχαία τοιχογραφία, Μουσείο Εφέσου, 1ος-5ος αιώνας.
Ο Σωκράτης, όπως και ο Πυθαγόρας, δεν άφησε κανένα σύγγραμμα. Γι' αυτό είναι πολύ δύσκολο να καθοριστεί ακριβώς το περιεχόμενο της φιλοσοφίας του και, πρακτικώς, ότι γνωρίζουμε για τον Σωκράτη προήλθε κυρίως από όσα έγραψαν οι μαθητές του σχετικά με αυτόν, καθώς και ορισμένους συγγραφείς που επικεντρώθηκαν στην μελέτη της προσωπικότητάς του. Κατά τον Σωκράτη ο Θεός δεν φιλοσοφεί, γιατί κατέχει τη σοφία, φιλοσοφεί όμως ο άνθρωπος, που η ύπαρξή του είναι πεπερασμένη.
Στην εποχή του Σωκράτη έχουμε με τους Σοφιστές την στροφή της φιλοσοφίας προς τον άνθρωπο και τη χρήσιμη αρετή, ενώ προηγουμένως το κύριο θέμα της φιλοσοφίας των προσωκρατικών ήταν η φύση. Βέβαια, οι Σοφιστές, ως μη φιλόσοφοι, δεν διείσδυσαν εις βάθος στην μελέτη της πραγματικής ουσίας του ανθρώπου, κάτι που ξεκίνησε με τον Σωκράτη, ο οποίος πρώτος θεώρησε την ψυχή σαν την πραγματική ουσία του ανθρώπου και την αρετή σαν αυτό που επιτρέπει την πλήρωση της ανθρώπινης φύσης μέσα από την αναζήτηση και βελτίωση της ψυχής. Ο Αριστοτέλης αναγνωρίζει αυτή την στροφή του πνεύματος με τη φράση «επί Σωκράτους το δε ζητείν τα περί φύσεως έληξε, προς την χρήσιμη αρετή και την πολιτική δε απόκλεινον οι φιλοσοφούντες».

Πίνακας περιεχομένων

[Απόκρυψη]

[Επεξεργασία] Σωκρατική (μαιευτική) μέθοδος

Η μαιευτική ήταν η μέθοδος, η οποία, σε συνδυασμό με τη χρήση της ειρωνείας, αποτελούσε χαρακτηριστικό της σωκρατικής διδασκαλίας. Σύμφωνα με την μέθοδο αυτή, ο Σωκράτης κατά τις συζητήσεις του, προσποιούμενος την πλήρη άγνοια για το θέμα που συζητούσε κάθε φορά, προσπαθούσε μέσα από ερωτήσεις να εκμαιεύσει την αλήθεια από τον συνομιλητή του.
Ουσιαστικά ο Σωκράτης επωμιζόταν το ρόλο της συνείδησης και μέσα από αυτή τη διαδικασία ερωταπαντήσεων δημιουργούσε ένα πνεύμα διαλόγου στη συζήτηση. Ο συνομιλητής λοιπόν απαντώντας σ' αυτές τις ερωτήσεις έφτανε σε ένα συμπέρασμα -στην αλήθεια για τον Σωκράτη- από μόνος του. Η μέθοδος ονομάστηκε μαιευτική διότι όπως η μαία (επάγγελμα που έκανε και η Φαιναρέτη, μητέρα του Σωκράτη) φέρνει στον κόσμο το νεογνό έτσι και ο Σωκράτης ή ο εκάστοτε συνομιλητής που παίρνει το ρόλο της συνείδησης εξάγει από τον συνομιλητή του την αλήθεια.

[Επεξεργασία] Διαλεκτική

Διαλεκτική, κατ' αρχάς σημαίνει 'διάλογος'. Πρόκεται λοιπόν για μια μορφή διαλόγου η οποία χρησιμοποιήθηκε απο το Σωκράτη και κατά την οποία, ο φιλόσοφος προσπαθούσε να οδηγήσει το συνομιλητή του στην ανακάλυψη της βαθύτερης αλήθειας των πραγμάτων, αυτής που μένει ανεξάρτητη από περιστάσεις και συνθήκες. Στη συγκεκριμένη μέθοδο, ο Σωκράτης άφηνε τον συνομιλητή του να εκφράσει ελεύθερα την άποψή του σχετικά με το θέμα που συζητούσαν, θεωρώντας αρχικά, αυτή την άποψη ως ολοκληρωμένη και θεμελιωμένη. Στη συνέχεια, μέσα απο τη διαδικασία ερωταπαντήσεων, δείχνει μέσω απλοϊκών παραδειγμάτων τις ακραίες συνέπειες των απόψεων αυτών, αποδεικνύοντας έτσι τη σαθρότητά τους. Οδηγεί λοιπόν το συνομιλητή του, στην ανακάλυψη νέων συμπερασμάτων και νέων προσεγγίσεων της αλήθειας.

[Επεξεργασία] Ο Σωκράτης και ο φιλοσοφικός στοχασμός

Κατά πως έχει ειπωθεί για τον Σωκράτη, πως <<κατέβασε την φιλοσοφία απο τα άστρα στη γη>> ,διότι χάρη στη δική του προσωπικότητα οι φιλόσοφοι έπαψαν να ασχολούνται με τα φυσικά φαινόμενα και άρχισαν να ασχολούνται με τον ίδιο τον άνθρωπο και τη κοινωνία του. Στη πραγματικότητα, πολλοί φιλόσοφοι πριν το Σωκράτη ασχολήθηκαν με τα πολιτικά προβλήματα, ενώ ο Δημόκριτος ασχολήθηκε και με ζητήματα ηθικής. Ωστόσο, ο Σωκράτης ήταν εκείνος που πραγματικά έστρεψε το φιλοσοφικό στοχασμό σε αυτά τα θέματα. Ο λόγος που τα σωκρατικά ενδιαφέροντα σημάδεψαν κατά τέτοιο τρόπο την ιστορία της φιλοσοφίας πρέπει να αναζητηθεί στον σωκρατικό τρόπο σκέψης, στο γεγονός δηλαδή πως ο Σωκράτης, δεν ενδιαφερόταν για την ορθό τρόπο ζωής και δράσης είτε σε προσωπικό είτε σε κοινωνικό επίπεδο. Και αντίθετα από τους σοφιστές δεν ενδιαφέρθηκε γι αυτά για χρησιμοθηρικούς σκοπούς. Θέλησε λοιπόν να δημιουργήσει ένα στέρεο έδαφος πάνω στο οποίο θα μπορούσαν ύστερα να θεμελιωθούν οριστικά και αμετάκλητα οι έννοιες του καλού, της αρετής και της σοφίας. Όπως οι πρώτοι φιλόσοφοι λοιπόν αναζητούσαν την πρώτη αρχή της δημιουργίας, έτσι και ο Σωκράτης αναζήτησε την αρχή κάθε ηθικής έννοιας, που δεν επηρεάζεται από ιστορικές και κοινωνικές συνθήκες αλλά ούτε από την δυνατότητα της αντίληψης του κάθε ανθρώπου. Αναζήτησε δηλαδή το απόλυτο και απέρριψε το σχετικό, μελέτησε την ηθική ουσία και απέρριψε τα ηθικά φαινόμενα.

[Επεξεργασία] Επαγωγική Συλλογιστική Μέθοδος

Για να φτάσει στην αρχή των ηθικών εννοιών, ο Σωκράτης χρησιμοποίησε την επαγωγική συλλογιστική μέθοδο μέσω της οποίας σκόπευε να φτάσει στην εξαγωγή καθολικών συμπερασμάτων. Ξεκινούσε λοιπόν με παραδείγματα, παρμένα από την καθημερινότητά του και την εμπειρία του και αποσκοπούσε στην εξαγωγή καθολικών συμπερασμάτων τα οποία θα ξεπερνούν την εμπειρία και θα φτάνουν στην απόλυτη γνώση ενός θέματος. Και η διαδικασία αυτή θα είναι επιτυχής όταν θα προκύψει ένας απόλυτος ορισμός για την αλήθεια του καλού και του κακού, της ομορφιάς και της ασχήμιας, της ορθής διακυβέρνησης και της δεσποτείας, της σωφροσύνης και της άννοιας.

Σάββατο 27 Νοεμβρίου 2010

ΓΙΑΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΜΑΘΑΙΝΟΥΜΕ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ

Ι.Θ. Κακριδής
«Γιατί διδάσκουμε Αρχαία Ελληνικά στα παιδιά»

Γιατί αλήθεια διδάσκουμε τα αρχαία ελληνικά στα παιδιά που
θέλουμε να μορφώσουμε, σε τόσο πολλές ώρες μάλιστα;
Τρεις είναι οι κύριοι λόγοι που μας υποχρεώνουν να βοηθήσουμε τα
παιδιά μας να επικοινωνήσουν όσο γίνεται περισσότερο με τον αρχαίο
κόσμο.
Πρώτα απ’ όλα, γιατί είμαστε κι εμείς Έλληνες. Από τον καιρό του
Ομήρου ως σήμερα έχουν περάσει κάπου δυο χιλιάδες εφτακόσια χρόνια.
Στους αιώνες που κύλησαν οι Έλληνες βρεθήκαμε συχνά στο απόγειο της
δόξας, άλλοτε πάλι στα χείλια μιας καταστροφής
ανεπανόρθωτης∙ νικήσαμε και νικηθήκαμε αμέτρητες φορές∙ δοκιμάσαμε
επιδρομές και σκλαβιές∙ αλλάξαμε θρησκεία∙ στους τελευταίους αιώνες η
τεχνική επιστήμη μετασχημάτισε βασικά τη μορφή της ζωής μας∙ και
όμως κρατηθήκαμε Έλληνες, με την ίδια γλώσσα‐φυσικά εξελιγμένη‐, με
τα ίδια ιδανικά, τον ίδιο σε πολλά χαραχτήρα και με ένα πλήθος στοιχεία
του πολιτισμού κληρονομημένα από τα προχριστιανικά χρόνια. Στον
πνευματικό τομέα κανένας λαός δεν μπορεί να προκόψει, αν αγνοεί την
ιστορία του, γιατί άγνοια της ιστορίας θα πει άγνοια του ίδιου του ίδιου
του εαυτού του. Είμαι Έλληνας, συνειδητός Έλληνας, αυτό θα πει, έχω
αφομοιώσει μέσα μου την πνευματική ιστορία των Ελλήνων από τα
μυκηναϊκά χρόνια ως σήμερα.
Ο δεύτερος λόγος που μας επιβάλλει να γνωρίσουμε την αρχαία
πνευματική Ελλάδα είναι ότι είμαστε κι εμείς Ευρωπαίοι. Ολόκληρος ο
Ευρωπαϊκός πολιτισμός στηρίζεται στον αρχαίο Ελληνικό, με συνδετικό
κρίκο τον ρωμαϊκό. Με τους άλλους Ευρωπαίους μας δένει βέβαια και ο
Χριστιανισμός, όσο και να μας χωρίζουν ορισμένα δόγματα. Μα και ο
Χριστιανισμός έπρεπε να δουλευτεί πρώτα με την Ελληνική σκέψη, για να
μπορέσει ν’ απλώσει έπειτα στον ευρωπαϊκό χώρο. Η ρίζα του πολιτισμού
των Ευρωπαίων όλων είναι ο αρχαίος ελληνικός στοχασμός και η τέχνη,
γι’ αυτό δεν μπορεί να τα αγνοεί κανείς, αν θέλει να αισθάνεται πως
πνευματικά ανήκει στην Ευρώπη.
Μα ο κυριότερος λόγος που δεν επιτρέπεται οι νέοι μας ν’ αγνοούν
την αρχαίαν Ελλάδα είναι άλλος: στην Ελλάδα για πρώτη φορά στα
χρονικά του κόσμου ανακαλύφτηκε ο άνθρωπος ως αξία αυτόνομη, ο
άνθρωπος που θέλει να κρατιέται ελεύθερος από κάθε λογής σκλαβιά,
και υλική και πνευματική. Μέσα στους λαούς που περιβάλλουν τον
ελληνικό χώρο στα παλιά εκείνα χρόνια υπάρχουν πολλοί με μεγάλο
πολιτισμό, πάνω απ’ όλους οι Αιγύπτιοι και οι Πέρσες. Οι λαοί όμως αυτοί
ούτε γνωρίζουν ούτε θέλουν τον ελεύθερο άνθρωπο. Το απολυταρχικό
τους σύστημα επιβάλλει στα άτομα να σκύβουν αδιαμαρτύρητα το κεφάλι
μπροστά στο βασιλέα και στους θρησκευτικούς αρχηγούς. Η ελεύθερη
πράξη και η ελεύθερη σκέψη είναι άγνωστα στον εξωελληνικό κόσμο. Και
οι Έλληνες; Πρώτοι αυτοί, σπρωγμένοι από μια δύναμη που βγαίνει από
μέσα τους και μόνο, την δεσποτεία θα την μεταλλάξουν σε δημοκρατία,
και από την άβουλη, ανεύθυνη μάζα του λαού θα πλάσουν μια κοινωνία
από πολίτες ελεύθερους, που καθένας τους να νιώθει τον εαυτό του
υπεύθυνο και για τη δική του και για των άλλων την προκοπή. Ο
στοχασμός είναι κι αυτός ελεύθερος για τα πιο τολμηρά πετάματα του
νου και της φαντασίας. Ο Έλληνας είναι ο πρώτος, που ενώ ξέρει πως δεν
μπορεί ατιμώρητα να ξεπεράσει τα σύνορα του ανθρώπου και να γίνει
θεός, όμως κατέχεται από μια βαθιά αισιοδοξία για τις ανθρώπινες
ικανότητες και είναι γεμάτος αγάπη για τον άνθρωπο, που τον πιστεύει
ικανό να περάσει τις ατέλειές του και να γίνει αυτό που πρέπει να είναι−ο
τέλειος άνθρωπος.
Αυτή η πίστη στον τέλειον άνθρωπο, συνδυασμένη με το βαθύ
καλλιτεχνικό αίσθημα που χαρακτηρίζει την ελληνική φυλή, δίνει στον
αρχαίον Έλληνα τον πόθο και την ικανότητα να πλάσει πλήθος ιδανικές
μορφές σε ό,τι καταπιάνεται με το νου, με τη φαντασία και με το χέρι: στις
απέριττες μορφές που σχεδιάζουν οι τεχνίτες στα αγγεία της καθημερινής
χρήσης, στη μεγάλη ζωγραφική, στην πλαστική του χαλκού και του
μαρμάρου, πάνω απ’ όλα στο λόγο τους, και τον πεζό και τον ποιητικό.
Αυτόν τον κόσμο θέλουμε να δώσουμε στα παιδιά μας, για να
μορφωθούν∙ για να καλλιεργήσουν τη σκέψη τους αναλύοντας τη σκέψη
των παλιών Ελλήνων∙ για να καλλιεργήσουν το καλλιτεχνικό τους
αίσθημα μελετώντας ό,τι ωραίο έπλασε το χέρι και η φαντασία των
προγόνων τους∙ για να μπορέσουν κι αυτοί να νιώσουν τον εαυτό τους
αισιόδοξο, ελεύθερο και υπεύθυνο για τη μοίρα του ανθρώπου πάνω στη
γη∙ προπαντός για να φουντώσει μέσα τους ο πόθος για τον τέλειον
άνθρωπο.

Πέμπτη 16 Σεπτεμβρίου 2010

Για μας που γεννήθηκαμε πριν το 1970



Για μας που γεννήθηκαμε πριν το 1970
H αλήθεια είναι ότι δεν ξέρω πως καταφέραµε να επιβιώσουµε τότε. Ήµαστε µια γενιά σε αναµονή: περάσαµε την παιδική µας ηλικία περιµένοντας. Έπρεπε να περιµένουµε δύο ώρες µετά το φαγητό πριν κολυµπήσουµε, δύο ώρες µεσηµεριανό ύπνο για να ξεκουραστούµε εμείς και, βασικά, οι άλλοι από τη φασαρία μας, τις Κυριακές έπρεπε να µένουµε νηστικοί όλο το πρωί για να κοινωνήσουµε. Ακόµα και οι πόνοι περνούσαν µε την αναµονή.
Κοιτάζοντας πίσω, είναι δύσκολο να πιστέψω ότι είµαστε ακόµα ζωντανοί. Εµείς ταξιδεύαµε σε αυτοκίνητα χωρίς ζώνες ασφαλείας και αερόσακους. Κάναµε ταξίδια 10 και 12 ωρών  και δε διαμαρτυρόμαστε, όταν κουραζόμαστε και πιανόμαστε από την ακινησία. Δεν είχαµε πόρτες, παράθυρα, ντουλάπια και µπουκάλια φαρµάκων ασφαλείας για τα παιδιά. Ανεβαίναµε στα ποδήλατα χωρίς κράνη και προστατευτικά, κάναµε ωτο-στοπ χωρίς να σκεφτούμε ποιος ήταν αυτός που σταματούσε, καβαλάγαµε µοτοσικλέτες χωρίς δίπλωµα. Οι κούνιες ήταν φτιαγµένες από µέταλλο ή ξύλο, είχαν κοφτερές γωνίες και κρέμονταν από τα χοντρά κλαριά του δέντρου της γωνίας χωρίς να είναι κτήμα κανενός.
Ακόµα και τα παιχνίδια µας ήταν βίαια. Περνούσαμε ώρες κατασκευάζοντας αυτοσχέδια παιχνίδια, για να κάνουµε πλάκες κατρακυλούσαμε σε κάποια κατηφόρα και παίζαμε με τα χώματα χωρίς φόβο μήπως λερωθούμε. Παίζαµε «µακριά γαϊδούρα» και κανείς µας δεν έπαθε κήλη ή εξάρθρωση. Βγαίναµε από το σπίτι τρέχοντας το πρωί, παίζαµε όλη τη µέρα και δε γυρνούσαµε στο σπίτι παρά µόνο αφού είχαν ανάψει τα φώτα στους δρόµους. Κανείς δεν µπορούσε να µας βρει αλλά ούτε και μας έψαχνε . Τότε δεν υπήρχαν κινητά. Σπάγαµε τα κόκαλα και τα δόντια µας και δεν υπήρχε κανένας νόµος για να τιµωρήσει τους «υπεύθυνους». Ανοίγανε κεφάλια όταν παίζαµε πόλεµο µε πέτρες και ξύλα, ματώνανε τα γόνατά μας όταν παίζαμε μπάλα και δεν έτρεχε τίποτα. Ήταν κάτι συνηθισµένο για παιδιά κι όλα θεραπεύονταν µε λίγο ιώδιο ή µερικά ράµµατα, αφού πρώτα τρώγαμε ξύλο, γιατί σκίσαμε ή λερώσαμε τα ρούχα μας. Δεν υπήρχε κάποιος να κατηγορήσεις παρά µόνο ο εαυτός σου. Είχαµε καυγάδες και τσακωμούς μεταξύ μας αλλά µάθαµε να τα ξεπερνάµε.
Τρώγαµε γλυκά και πίναµε αναψυκτικά, αλλά δεν ήµαστε παχύσαρκοι. Ίσως κάποιος από εµάς να ήταν χοντρός και αυτό ήταν όλο. Μοιραζόµασταν µπουκάλια νερό ή αναψυκτικά ή οποιοδήποτε ποτό και κανένας µας δεν έπαθε τίποτα. Καµιά φορά κολλάγαµε ψείρες στο σχολείο και οι µανάδες µας το αντιµετώπιζαν πλένοντάς µας το κεφάλι µε ζεστό ξύδι.
Δεν είχαµε Playstations , Nintendo ,  τηλεοπτικά κανάλια, βιντεοταινίες , υπολογιστές ή internet . Εµείς είχαµε φίλους. Κανονίζαµε να βγούµε έξω στη γειτονιά για παιχνίδι και βγαίναµε. Καµιά φορά δεν κανονίζαµε τίποτα, απλά βγαίναµε στο δρόµο κι εκεί συναντιόµασταν για να παίξουµε κυνηγητό, κρυφτό, αµπάριζα... µέχρι εκεί έφτανε η τεχνολογία. Περνούσαµε τη µέρα µας έξω, τρέχοντας και παίζοντας και, συχνά, μας  έδιωχναν γιατί κάναμε φασαρία  και σηκώναμε σκόνη.  Φτιάχναµε παιχνίδια µόνοι µας από ξύλα και χαρτί. Χάσαµε χιλιάδες µπάλες ποδοσφαίρου και χρησιμοποιήσαμε όλα τα κουρέλια του σπιτιού για να φτιάχνουμε ρούχα για τις κούκλες . Πίναµε νερό κατευθείαν από τη βρύση, όχι εµφιαλωµένο, και κάποιοι έβαζαν τα χείλη τους πάνω στη βρύση και δεν παθαίναμε τίποτα. Κυνηγούσαµε σαύρες και πουλιά µε αεροβόλα στην εξοχή, παρά το ότι ήµαστε ανήλικοι και δεν υπήρχαν ενήλικοι για να µας επιβλέπουν.Και όμως τα καταφέραμε!!! Αναλογίζομαι τι απ΄όλα αυτά θα γινόταν σήμερα…

Τετάρτη 4 Αυγούστου 2010

Ιμπρεσιονισμός

Τα καλλιτεχνικά ρεύματα στη μοντέρνα τέχνη


Ιμπρεσιονισμός




Ο Ιμπρεσιονισμός είναι καλλιτεχνικό ρεύμα που αναπτύχθηκε στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Αν και αρχικά καλλιεργήθηκε στο χώρο της ζωγραφικής, επηρέασε τόσο τη λογοτεχνία όσο και τημουσική. Ο όρος Ιμπρεσιονισμός (Impressionism) πιθανόν προήλθε από το έργο του Κλωντ ΜονέImpression, Sunrise. Κύριο χαρακτηριστικό του ιμπρεσιονισμού στη ζωγραφική είναι τα ζωντανά χρώματα (κυρίως με χρήση των βασικών χρωμάτων), οι συνθέσεις σε εξωτερικούς χώρους, συχνά υπό ασυνήθιστες οπτικές γωνίες και η έμφαση στην αναπαράσταση του φωτός. Οι ιμπρεσιονιστές ζωγράφοι θέλησαν να αποτυπώσουν την άμεση εντύπωση (impression) που προκαλεί ένα αντικείμενο ή μια καθημερινή εικόνα.


Η γέννηση του Ιμπρεσιονισμού

Ο Ιμπρεσιονισμός αναπτύχθηκε στη Γαλλία και ειδικότερα στην περίοδο της αυτοκρατορίας τουΝαπολέοντα Γ', σε μια εποχή που η Ακαδημία Καλών Τεχνών καθόριζε με τρόπο απόλυτο τα όρια της τέχνης. Συγκεκριμένα η Ακαδημία υπαγόρευε όχι μόνο τη θεματολογία (στη ζωγραφική κυρίως ιστορικά, θρησκευτικά θέματα και πορτραίτα) αλλά και τις τεχνικές που όφειλαν να ακολουθούν οι ζωγράφοι της εποχής (συντηρητικά χρώματα, αφανείς πινελιές), με απώτερο στόχο με την προσθήκη και άλλων ζωγράφων όπως ττην απομόνωση του θέματος από την ιδιαίτερη προσωπικότητα και ιδιοσυγκρασία του δημιουργού. Ο Ιμπρεσιονισμός θεωρείται πως ξεκίνησε ουσιαστικά από τρεις μαθητές του ζωγράφου Μαρκ Γκλαιρ (Mark Gleyre), τους Κλωντ Μονέ, Πιερ Ωγκύστ Ρενουάρ καιΆλφρεντ Σίσλευ, οι οποίοι συνδέονταν μεταξύ τους φιλικά. Η μικρή αυτή αρχική ομάδα, επεκτάθηκε σταδιακά ου Εντουάρ Μανέ και του Έντγκαρ Ντεγκά. Ο Πωλ Σεζάν είχε επίσης επιδράσεις από τους ιμπρεσιονιστές και αργότερα ο ίδιος αποτέλεσε τον κορυφαίο ίσως εκπρόσωπο της αποκαλούμενης και μετα-ιμπρεσσιονιστικής περιόδου.

Η ομάδα των ιμπρεσιονιστών αρνείτο τους περιορισμούς της Ακαδημίας αλλά ταυτόχρονα απέρριπτε και τον ρομαντισμό, ο οποίος εστίαζε υπερβολικά στο συναίσθημα. Η πρώτη δημόσια έκθεση ιμπρεσιονιστικού έργου πρέπει να αποτέλεσε ετήσια έκθεση της Ακαδημίας Καλών Τεχνών. Η Ακαδημία διοργάνωνε έκθεση έργων με απονομή βραβείων, στην οποία συμμετείχαν μόνο έργα που είχαν γίνει αποδεκτά από ειδική επιτροπή και τα οποία προφανώς ακολουθούσαν την επιβαλλόμενη τεχνοτροπία. Το 1863 η επιτροπή αυτή απέρριψε τον πίνακα Le dejeuner sur l'herbe (ελλ. μφ. Γεύμα πάνω στη χλόη) του Εντουάρ Μανέ, με την αιτιολογία ότι περιείχε ένα γυμνό γυναικείο σώμα, κάτι που ήταν αποδεκτό μόνο σε αλληγορίες, όχι όμως σε θέματα από την καθημερινότητα. Την ίδια χρονιά ωστόσο καθιερώθηκε παράλληλη έκθεση που περιείχε όλα τα έργα που είχαν απορριφθεί από την επιτροπή, με αποτέλεσμα να εκτεθεί δημόσια και το έργο του Μανέ. Το γεγονός αυτό συνέβη έπειτα από παρέμβαση του ίδιου του Ναπολέοντα. Τα απορριφθέντα έργα μπορούσαν έτσι να τεθούν στην κρίση του κοινού, χωρίς ωστόσο να μπορούν να τιμηθούν με κάποιο έπαθλο. Την επόμενη χρονιά, το 1864 η ομάδα των ιμπρεσιονιστών διοργάνωσε δική της έκθεση, η οποία αντιμετώπισε την αυστηρή και σκωπτική κριτική. Ο ζωγράφος και κριτικός Λουί Λερουά ονόμασε την έκθεση αυτή "Η Έκθεση των Ιμπρεσιονιστών", γεγονός που πιθανόν καθιέρωσε και τον όρο "Ιμπρεσιονισμός". Παρά την αρνητική κριτική, οι νέες τεχνικές των ιμπρεσιονιστών είχαν θετικό αντίκτυπο σε άλλους καλλιτέχνες της εποχής, οι οποίοι ακολούθησαν το κίνημα του ιμπρεσιονισμού.

Τεχνικές του Ιμπρεσιονισμού

Ο ιμπρεσιονισμός στη ζωγραφική χαρακτηρίζεται από τις παρακάτω βασικές τεχνικές:
  • Μικρές και συχνά εμφανείς πινελιές που δημιουργούν ένα χαρακτηριστικά παχύ στρώμα μπογιάς στον καμβά. Με αυτό τον τρόπο δεν μπορούν να αποτυπωθούν πολλές λεπτομέρειες του θέματος αλλά γενικά χαρακτηριστικά του.
  • Χρήση κυρίως των βασικών χρωμάτων, με μικρή ανάμειξη μεταξύ τους (η διαδικασία της ανάμειξης αυτής γίνεται από τον ίδιο τον θεατή του έργου).
  • Σπάνια χρήση του μαύρου χρώματος, μόνο στις περιπτώσεις που αποτελεί μέρος του θέματος. Οι ιμπρεσιονιστές δεν χρησιμοποιούσαν το μαύρο χρώμα προκειμένου να επιτύχουν σκιάσεις ούτε το αναμείγνύαν με τα βασικά χρώματα.
  • Απουσία διαδοχικών επιστρώσεων χρώματος. Οι ιμπρεσιονιστές ζωγράφιζαν πιο γρήγορα, χωρίς να περιμένουν απαραίτητα το χρώμα να στεγνώσει.
  • Έμφαση στο τρόπο που το φως ανακλάται πάνω στα αντικείμενα, αποτύπωση του θέματος με ένα είδος επιστημονικού ενδιαφέροντος.
  • Ζωγραφική κυρίως σε ανοιχτούς χώρους, συνήθως με φωτεινά και έντονα χρώματα.
Θα πρέπει να τονίσουμε ότι οι τεχνικές αυτές συναντώνται και σε προγενέστερους ζωγράφους, όμως οι ιμπρεσιονιστές τις χρησιμοποίησαν συστηματικά. Αξίζει ακόμα να σημειωθεί πως οι ιμπρεσιονιστές ευνοήθηκαν και από την ανακάλυψη των προ-επεξεργασμένων χρωμάτων (παρόμοια με αυτά που χρησιμοποιούνται και σήμερα), γεγονός που εκμεταλλεύτηκαν για να ζωγραφίζουν σε ανοιχτούς χώρους. Παλαιότερα κάθε ζωγράφος ήταν αναγκασμένος να δημιουργήσει ο ίδιος τα χρώματα αναμειγνύοντας τα διάφορα υλικά.

Ιμπρεσιονιστές ζωγράφοι:

Δευτέρα 2 Αυγούστου 2010