Πέμπτη 16 Σεπτεμβρίου 2010

Για μας που γεννήθηκαμε πριν το 1970



Για μας που γεννήθηκαμε πριν το 1970
H αλήθεια είναι ότι δεν ξέρω πως καταφέραµε να επιβιώσουµε τότε. Ήµαστε µια γενιά σε αναµονή: περάσαµε την παιδική µας ηλικία περιµένοντας. Έπρεπε να περιµένουµε δύο ώρες µετά το φαγητό πριν κολυµπήσουµε, δύο ώρες µεσηµεριανό ύπνο για να ξεκουραστούµε εμείς και, βασικά, οι άλλοι από τη φασαρία μας, τις Κυριακές έπρεπε να µένουµε νηστικοί όλο το πρωί για να κοινωνήσουµε. Ακόµα και οι πόνοι περνούσαν µε την αναµονή.
Κοιτάζοντας πίσω, είναι δύσκολο να πιστέψω ότι είµαστε ακόµα ζωντανοί. Εµείς ταξιδεύαµε σε αυτοκίνητα χωρίς ζώνες ασφαλείας και αερόσακους. Κάναµε ταξίδια 10 και 12 ωρών  και δε διαμαρτυρόμαστε, όταν κουραζόμαστε και πιανόμαστε από την ακινησία. Δεν είχαµε πόρτες, παράθυρα, ντουλάπια και µπουκάλια φαρµάκων ασφαλείας για τα παιδιά. Ανεβαίναµε στα ποδήλατα χωρίς κράνη και προστατευτικά, κάναµε ωτο-στοπ χωρίς να σκεφτούμε ποιος ήταν αυτός που σταματούσε, καβαλάγαµε µοτοσικλέτες χωρίς δίπλωµα. Οι κούνιες ήταν φτιαγµένες από µέταλλο ή ξύλο, είχαν κοφτερές γωνίες και κρέμονταν από τα χοντρά κλαριά του δέντρου της γωνίας χωρίς να είναι κτήμα κανενός.
Ακόµα και τα παιχνίδια µας ήταν βίαια. Περνούσαμε ώρες κατασκευάζοντας αυτοσχέδια παιχνίδια, για να κάνουµε πλάκες κατρακυλούσαμε σε κάποια κατηφόρα και παίζαμε με τα χώματα χωρίς φόβο μήπως λερωθούμε. Παίζαµε «µακριά γαϊδούρα» και κανείς µας δεν έπαθε κήλη ή εξάρθρωση. Βγαίναµε από το σπίτι τρέχοντας το πρωί, παίζαµε όλη τη µέρα και δε γυρνούσαµε στο σπίτι παρά µόνο αφού είχαν ανάψει τα φώτα στους δρόµους. Κανείς δεν µπορούσε να µας βρει αλλά ούτε και μας έψαχνε . Τότε δεν υπήρχαν κινητά. Σπάγαµε τα κόκαλα και τα δόντια µας και δεν υπήρχε κανένας νόµος για να τιµωρήσει τους «υπεύθυνους». Ανοίγανε κεφάλια όταν παίζαµε πόλεµο µε πέτρες και ξύλα, ματώνανε τα γόνατά μας όταν παίζαμε μπάλα και δεν έτρεχε τίποτα. Ήταν κάτι συνηθισµένο για παιδιά κι όλα θεραπεύονταν µε λίγο ιώδιο ή µερικά ράµµατα, αφού πρώτα τρώγαμε ξύλο, γιατί σκίσαμε ή λερώσαμε τα ρούχα μας. Δεν υπήρχε κάποιος να κατηγορήσεις παρά µόνο ο εαυτός σου. Είχαµε καυγάδες και τσακωμούς μεταξύ μας αλλά µάθαµε να τα ξεπερνάµε.
Τρώγαµε γλυκά και πίναµε αναψυκτικά, αλλά δεν ήµαστε παχύσαρκοι. Ίσως κάποιος από εµάς να ήταν χοντρός και αυτό ήταν όλο. Μοιραζόµασταν µπουκάλια νερό ή αναψυκτικά ή οποιοδήποτε ποτό και κανένας µας δεν έπαθε τίποτα. Καµιά φορά κολλάγαµε ψείρες στο σχολείο και οι µανάδες µας το αντιµετώπιζαν πλένοντάς µας το κεφάλι µε ζεστό ξύδι.
Δεν είχαµε Playstations , Nintendo ,  τηλεοπτικά κανάλια, βιντεοταινίες , υπολογιστές ή internet . Εµείς είχαµε φίλους. Κανονίζαµε να βγούµε έξω στη γειτονιά για παιχνίδι και βγαίναµε. Καµιά φορά δεν κανονίζαµε τίποτα, απλά βγαίναµε στο δρόµο κι εκεί συναντιόµασταν για να παίξουµε κυνηγητό, κρυφτό, αµπάριζα... µέχρι εκεί έφτανε η τεχνολογία. Περνούσαµε τη µέρα µας έξω, τρέχοντας και παίζοντας και, συχνά, μας  έδιωχναν γιατί κάναμε φασαρία  και σηκώναμε σκόνη.  Φτιάχναµε παιχνίδια µόνοι µας από ξύλα και χαρτί. Χάσαµε χιλιάδες µπάλες ποδοσφαίρου και χρησιμοποιήσαμε όλα τα κουρέλια του σπιτιού για να φτιάχνουμε ρούχα για τις κούκλες . Πίναµε νερό κατευθείαν από τη βρύση, όχι εµφιαλωµένο, και κάποιοι έβαζαν τα χείλη τους πάνω στη βρύση και δεν παθαίναμε τίποτα. Κυνηγούσαµε σαύρες και πουλιά µε αεροβόλα στην εξοχή, παρά το ότι ήµαστε ανήλικοι και δεν υπήρχαν ενήλικοι για να µας επιβλέπουν.Και όμως τα καταφέραμε!!! Αναλογίζομαι τι απ΄όλα αυτά θα γινόταν σήμερα…